| |
Η Τουρκία δεν πρόκειται να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα ως πλήρες μέλος –πιθανότατα όμως θα συνάψει με αυτήν, ασαφούς επί του παρόντος φύσης και έκτασης, προνομιακούς δεσμούς. Πρόκειται για ένα από το σημαντικότερα από ελληνικής σκοπιάς συμπεράσματα από την περιοδεία Ομπάμα στην Ευρώπη και στη γείτονα. Η δημόσια υποστήριξη, που ο Αμερικανός πρόεδρος, κινούμενος επί τα ίχνη των προκατόχων του, προσέφερε στην τουρκική ένταξη, παρέσχε την ευκαιρία στις δύο ιθύνουσες χώρες του κοινοτικού πυρήνα να εκφράσουν κατηγορηματικότερα παρά ποτέ την αντίθεσή τους στο τουρκικό ενταξιακό αίτημα, αλλά και να διαγράψουν σαφέστερα απ’ ό,τι μέχρι τούδε την προοπτική μιας «ειδικής σχέσης». Από ελληνικής σκοπιάς, η εξέλιξη αυτή είναι κατ’ αρχήν θετική. Οι ελπίδες που διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις έχουν επενδύσει τα τελευταία χρόνια στην «ευρωπαϊκή πορεία» της Τουρκίας για την επίλυση των υπό ευρεία έννοια Ελληνοτουρκικών έχουν εδώ και καιρό διαψευσθεί: Η Άγκυρα κατέστησε εμπράκτως σαφές ότι δεν εννοεί να θυσιάσει στον ενταξιακό βωμό μείζονος σημασίας στρατηγικά της συμφέροντα, όπως το Κυπριακό και Αγαιακά. Κατά τα λοιπά δε, η ενσωμάτωση των σχεδόν ογδόντα εκατομμυρίων Μουσουλμάνων Τούρκων στην Ένωση, όχι μόνο θα κατέφερε αποφασιστικό πλήγμα κατά της κοινοτικής συνοχής, αλλά και θα εγκαθιστούσε τον τουρκικό παράγοντα, με το βάρος που του διασφαλίζουν το δημογραφικό, οικονομικό και στρατιωτικό του εκτόπισμα και το γεωπολιτικό του αντίκρισμα, στα κοινοτικά κέντρα αποφάσεων. Ενώ θα προέκυπτε και κίνδυνος – ιδιαιτέρως οξύς για εμάς, λόγω γειτνίασης και όχι μόνο – ειρηνικής εισβολής του υπερχειλίζοντος τουρκικού δημογραφικού δυναμικού, όποια μεταβατικά περιοριστικά μέτρα και αν θεωρητικώς λαμβάνονταν. Από την άλλη, όμως, το ελληνικό συμφέρον αντιστρατεύεται την απομάκρυνση της Τουρκίας από τον δυτικό χώρο – νατοϊκό τε και ευρωκοινοτικό. Καθώς, σε αντίθετη περίπτωση, θα ήταν πολύ πιθανό η ελληνοτουρκική αντιπαράθεση να οξυνθεί επικινδύνως. Και ως εκ τούτου, στο μέτρο που θα διευκολύνει την ευρωτουρκική συνεργασία χωρίς τα μειονεκτήματα της πλήρους ένταξης, η περιώνυμη ειδική σχέση μας εξυπηρετεί. Προσοχή, όμως. Ας μη καλλιεργήσουμε και πάλι ευσεβείς πόθους. Έστω και αν η περί ης ο λόγος εναλλακτική λύση ευοδωθεί, τα προβλήματά μας με τη γείτονα θα παραμείνουν ακέραια. Με άλλες λέξεις, η ειδική σχέση δεν μας προσφέρει μοχλό πίεσης αποτελεσματικότερο από την πλήρη ένταξη για τη μετακίνηση της Τουρκίας από τις πάγιες θέσεις της έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου. Οι Τούρκοι εκτιμούν ότι η Δύση τους χρειάζεται τουλάχιστον όσο και οι ίδιοι χρειάζονται τη Δύση. Και συνεπώς δεν είναι διατεθειμένοι, χάριν των σχέσεών τους με τον δυτικό κόσμο – είτε πρόκειται για το ΝΑΤΟ και την υπερδύναμη, είτε, ακόμη περισσότερο, για την ΕΕ – να καταβάλουν ένα τίμημα, το οποίο, μπορεί μεν εμείς να θεωρούμε λογικό, πλην όμως εκείνοι κρίνουν απαράδεκτο. Μόνο μια διαπραγμάτευση της Αθήνας με την Άγκυρα, καλώς προετοιμασμένη και διεξαγόμενη από θέση εθνικής αποφασιστικότητας, θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει σε συμπεφωνημένες λύσεις – με τις μεγάλες κοινοτικές πρωτεύουσες, όπως άλλωστε και την Ουάσιγκτον, σε ρόλο υποβοηθητικό-επικουρικό. Εν αναμονή δε μιας τέτοιας επιλογής – η οποία, πρέπει να τονισθεί, προϋποθέτει την ύπαρξη από την πλευρά μας σοβαρής εθνικής στρατηγικής και ηγετικής τόλμης – οι ενδοκυπριακές συνομιλίες και ο ελληνοτουρκικός διάλογος θα καρκινοβατούν. Και τα τετελεσμένα στην Κύπρο, καθώς και η μειωτική του διεθνούς μας κύρους και επιζήμια για τα ενεργειακά μας συμφέροντα κατάσταση στο Αιγαίο, θα παγιώνονται. Διπλωματικό Περισκόπιο |
«Όσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται,ζυγόν δουλείας ας έχωσι· θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία» Α.Κάλβος
Τρίτη 14 Απριλίου 2009
ΟΜΠΑΜΑ, ΕΕ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΗ ΣΧΕΣΗ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου