Η Αλβανία συγκροτήθηκε ως Κράτος με τη Συνθήκη του Λονδίνου (17-30 Μαϊου 1913). Τα σύνορά της καθορίστηκαν με το Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας (17 Δεκεμβρίου 1913). Στο τότε νεοσύστατο αλβανικό κράτος συμπεριελήφθη και το Βόρειο τμήμα της Ηπείρου, που από τότε μετονομάστηκε Βόρειος Ήπειρος, τμήμα το οποίο είχε ήδη απελευθερωθεί κατά τον Α΄Βαλκανικό Πόλεμο (1912-1913), από τον ελληνικό στρατό.
Επειδή οι κάτοικοι της περιοχής ήταν Έλληνες άντέδρασαν στην απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων που αγνόησε τόσο την εθνική τους ταυτότητα όσο και την εκπεφρασμένη βούλησή τους για ένωση με την Ελλάδα. Επαναστάτησαν και δημιούργησαν την ανεξάρτητη πολιτεία της Αυτονόμου Ηπείρου (17 Φεβρουαρίου 1914), η οποία νομιμοποιήθηκε με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Κερκύρας την 17η Μαϊου 1914 που παραχωρούσε πλήρες καθεστώς Αυτονομίας (εκπαιδευτικής, θρησκευτικής, δικαστικής, διοικητικής) στους νομούς Αργυροκάστρου και Κορυτσάς και υπεγράφη από την Αλβανία και τις έξι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής: Η. Π. Α, Γαλλία, Αγγλία, Αυστρο-Ουγγαρία, Γερμανία και Ρωσία (Βλέπε Παράρτημα).
Ο Ελληνισμός εντός των αλβανικών συνόρων έκτοτε επίσημα, ονομάστηκε Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός, ενώ η ίδια η Αυτόνομη Πολιτεία το καθεστώς της οποίας επικυρώθηκε με το Πρωτόκολλο της Κερκύρας, αναγνωρίστηκε με την ονομασία Βόρειος Ήπειρος.
Δημιουργήθηκε έτσι για την Ελληνική Κοινότητα εντός των αλβανικών συνόρων, ένα Εθνικό Θέμα γνωστό στη διεθνή διπλωματική σκηνή ως Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα.
Το πρώτο βήμα εκχώρησης της Βορείου Ηπείρου στο νεοσύστατο αλβανικό κράτος έγινε το Οκτώβριο-Νοέμβριο του 1921, με την αποδοχή από την Κοινωνία των Εθνών της αλβανικής δήλωσης «Περί αναγνώρισης των μειονοτήτων» στην επικράτειά της.
Στα μετέπειτα χρόνια το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα απασχόλησε την διεθνή διπλωματία δύο φορές.
Το 1946, ξανά στην Κοινωνία των Εθνών, όπου δεν λύθηκε, αλλά αποφασίστηκε να αφεθεί στην αρμοδιότητα των Μεγάλων Δυνάμεων και να τεθεί προς επίλυση μαζί με το Γερμανικό και το Αυστριακό Ζήτημα.
Επίσης το 1960 ο Ν. Χρουτσόφ, ηγέτης της ισχυρής τότε Σοβιετικής Ενώσεως ζήτησε από το σταλινικό καθεστώς του Ενβέρ Χότζα να παραχωρήσει αυτονομία στους Έλληνες Βορειοηπειρώτες, αίτημα το οποίο, ο αλβανός δικτάτορας το αρνήθηκε και η άρνηση αυτή ήταν και ένα από τα ζητήματα που τον οδήγησαν σε βαθιά ρήξη με την Σοβιετική Ένωση.
Το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα από τότε εκκρεμεί, ενώ τα άλλα δύο αντίστοιχα, το Γερμανικό και το Αυστριακό Ζήτημα είχαν αίσιο τέλος. Το Αυστριακό λύθηκε το 1955 με την ουδετερότητα και το Γερμανικό, το 1991 με την Ένωση των δύο Γερμανιών.
Από το 1924 που οι αλβανικοί πληθυσμοί εμφάνισαν το πρώτο πυρήνα οργανωμένου κράτους και κυρίως μετά το 1928, το αλβανικό κράτος αφαίρεσε από τους ελληνικής εθνικότητας υπηκόους της, τους όρους «Βόρειος Ήπειρος» και «Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός», αντικαθιστώντας τους με τον όρο «Εθνική Ελληνική Μειονότητα της Αλβανίας». Από τότε αυθαίρετα το αλβανικό κράτος μας προσδιόρισε ως «μειονοτικούς», αν και στις περιοχές της Βορείου Ηπείρου που ζούσαν οι ελληνικοί πληθυσμοί αποτελούσαν αδιαμφισβήτητα την πλειοψηφία. Και γι’ αυτό οι όροι αυτοί δεν έγιναν ποτέ αποδεκτοί από τον ίδιο τον ελληνικό πληθυσμό στην Αλβανία. Άλλωστε ο προσδιορισμός αυτός εκ μέρους του αλβανικού κράτους έγινε τότε για δύο κυρίους λόγους:
· για να θέσει σε μειονεκτική θέση την Εθνική Ελληνική Κοινότητα σε όλο το φάσμα της νεοσύστατης αλβανικής κοινωνίας και,
· για να έχει το αλβανικό κράτος «λυμένα τα χέρια» ώστε να επιφέρει, μέσω πληθυσμιακών αλλοιώσεων, τον αφελληνισμό της Βορείου Ηπείρου, που κατοικούνταν από αμιγές ελληνικό στοιχείο
Οι δύο αυτοί λόγοι επιβεβαιώθηκαν σε όλα τα μετέπειτα χρόνια, από όλα τα καθεστώτα που πέρασαν στην Αλβανία και δυστυχώς, επαληθεύονται ακόμα και σήμερα.
Για τον Ελληνισμό στην Αλβανία οι όροι που τον προσδιορίζουν πλήρως και είναι καθολικά αποδεκτοί από τον ίδιο είναι: «Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός» και «Εθνική Ελληνική Κοινότητα στην Αλβανία»
Κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, λόγω της διχαστικής αλβανικής πολιτικής, η Εθνική Ελληνική Κοινότητα χωρίστηκε σε δύο κινήματα. Το ένα κίνημα διεκδίκησε το δρόμο της εθνικής ολοκλήρωσης ακολουθώντας την αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών και, το άλλο, βάσει της Χάρτας του Ατλαντικού, ετάχθη στο πλευρό του κομμουνιστικού αντάρτικου με την προσδοκία να λάβει μετά τον πόλεμο το δικαίωμα αυτοδιάθεσης. Εντούτοις το σταλινικό καθεστώς του Ενβέρ Χότζα που εγκαθιδρύθηκε μετά τον πόλεμο, καταδίωξε απηνώς τους πρώτους σε σημείο που επέφερε τον αφανισμό τους και απογοήτευσε τους δεύτερους καθώς μεθόδευσε την απώλεια της εθνικής τους ταυτότητας.
Ταυτόχρονα, αν και αναγνώρισε συνταγματικά την ύπαρξη «Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας» (Ε.Ε.Μ) στην Αλβανία, παραβίαζε συστηματικά τα διεθνώς αναγνωρισμένα και κατοχυρωμένα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα. Αντιμετώπιζε δυσμενώς τους Ελληνικής καταγωγής πολίτες, καλλιεργώντας ένα ιδιόμορφο αυθύπαρκτο σύστημα μειονοτικής συνείδησης, στη θέση της εθνικής ελληνικής συνείδησης. Υπονόμευε την συνείδηση και το αδιαχώριστο της πολιτιστικής της παράδοσης, την ψυχική ενότητα του Ελληνισμού στην Αλβανία και την κοινή πατροπαράδοτη πολιτιστική κληρονομιά του ελληνικού έθνους, διοχετεύοντας συστηματικά και τεχνηέντως, λαογραφικά, πολιτιστικά και λοιπά στοιχεία που νόθευαν την γνησιότητα της ταυτότητάς του, τον απομάκρυναν από την παράδοσή του και την ιστορία του και τον προσανατόλιζαν στην εξυπηρέτηση εθνικιστικών αλβανικών και κατ’ επίφαση, ιδεολογικών σκοπών.
Η κατάργηση της θρησκείας λειτούργησε για την «Ε. Ε. Μ» όχι μόνο ως παραβίαση θεμελιακών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά και ως βαρύ πλήγμα στους αδιάρρηκτους δεσμούς με τον υπόλοιπο ελληνισμό και το βασικό πολιτιστικό θησαυροφυλάκιό του. Το δικτατορικό καθεστώς χτύπησε αμείλικτα κάθε διαμαρτυρία προς την πολιτική του με φυλακίσεις, εξορίες και πολύμορφη τρομοκρατία.
Αποκλειστικός σκοπός ήταν να συρρικνώσει, να αφομοιώσει βαθμηδόν και να αφανίσει την Εθνική Ελληνική Κοινότητα
Στην μεταπολιτευτική περίοδο παρά την επιθυμία για εκδημοκρατισμό της χώρας, απέναντι στην Εθνική Ελληνική Κοινότητα ακολουθείται η ίδια σχεδόν πολιτική η οποία δυστυχώς καλύπτεται πίσω από τα ευρωπαϊκά πολιτικά πρότυπα του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τα οποία επικαλείται μόνο θεωρητικά, χωρίς στην πραγματικότητα να προχωρά στην εφαρμογή τους.
Βασικά χαρακτηριστικά είναι:
α -. η ατόφια προώθηση του οπλοστασίου του κομμουνιστικού καθεστώτος, το οποίο έγινε μάλιστα και πιο επικίνδυνο καθώς σήμερα λειτουργεί ένας μηχανισμός ανεξάρτητος (θεωρητικά) από τον κρατικό μηχανισμό, αποτελεί δηλαδή ένα είδους παρακράτους που δρα ανεξέλεγκτα
β-. η συμμετοχή στους μηχανισμούς του κράτους μόνο υπό την προϋπόθεση ότι οι ελληνικής εθνικότητας υπήκοοι της Αλβανίας απεμπολούν την εθνική τους συνείδηση και την διεκδίκηση των εθνικών δικαιωμάτων,
γ-. ο έλεγχος μεγάλου τμήματος των αιρετών εκπροσώπων της «Εθνικής Ελληνικής Κοινότητας»,
δ-. επαναδραστηριοποίηση των παλιών δομών των μυστικών υπηρεσιών με στόχο την εξάλειψη κάθε ζωντανού κυττάρου του Ελληνισμού της Αλβανίας.
Η επιβολή της αλβανικής συνειδήσεως στους κατοίκους του κράτους, αποτέλεσε την κυρίαρχη και τη μόνη κρατική ιδεολογία, παρά την διαδοχική εναλλαγή συστημάτων, πολιτευμάτων και προσανατολισμών.
Έτσι όλες οι κυβερνήσεις που πέρασαν από την αλβανική επικράτεια εφήρμοσαν μακρόπνοα και μεθοδευμένα σχέδια πλήρους αφανισμού των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών, με πλήθος συνταγματικών, νομοθετικών και διοικητικών διατάξεων. Ασφαλώς τα ίδια μέτρα εφαρμόστηκαν έκτοτε από το αλβανικό κράτος και στους μαυροβούνιους, σερβικούς και σλαβομακεδονικούς πληθυσμούς που βρέθηκαν τότε εντός των αλβανικών συνόρων, αντίστοιχα στο βόρειο και στο ανατολικό τμήμα του αλβανικού κράτους.
Τα σχέδια αφελληνισμού της Ελληνικής Βορειοηπειρωτικής Κοινότητας χαρακτηρίζονταν πάντοτε από πολύμορφες ενέργειες, χρονικώς παράλληλες και αλληλολοσυμπληρούμενες, ως προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, το οποίο σε όλους τους καιρούς και τις κυβερνήσεις ήταν σε πρώτο στάδιο ο αφελληνισμός και, σε δεύτερο στάδιο ο εξαλβανισμός των αλβανών υπηκόων με ελληνική καταγωγή. Οι ενέργειες του αλβανικού κράτους στοχεύουν πάντοτε:
- στην παραχάραξη της ιστορικής μνήμης, της ιστορικής γεωγραφίας, της πολιτιστικής παραδόσεως.
- στην διαστρέβλωση της σύγχρονης πραγματικότητας, με την επιβολή περιοριστικών μέτρων, την αλλοίωση στοιχείων, κ.α.,
- στην υπονόμευση της ιστορικής προοπτικής, με επεμβάσεις στην εκπαιδευτική διαδικασία, την θρησκευτική ελευθερία, κ.α.
Πιο αναλυτικά, ο αφελληνισμός του χώρου της Βορείου Ηπείρου και του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού επικεντρώθηκαν στους εξής τομείς: στον γεωγραφικό και εδαφικό, στον πληθυσμιακό και ληξιαρχικό, στον απογραφικό, στον ονοματοδοτικό και τοπωνυμικό, στον γλωσσικό και εκπαιδευτικό, στον ιστορικό και πολιτισμικό, στον θρησκευτικό και τελικά στον πολιτικό και ιδεολογικό αφελληνισμό.
Η πρώτη ενέργεια αυτής της ευρύτερης πολιτικής του αλβανικού κράτους σχετίζεται με την ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΑ που καλλιεργείται με δεδομένο στόχο την Εθνική Ελληνική Κοινότητα και η οποία οδηγεί σε:
α.- δημογραφική αποψίλωση του πληθυσμού. Η ανασφάλεια αποτελεί για τους Έλληνες έναν από τους βασικούς λόγους φυγής προς την Ελλάδα
β.- μαρασμό της οικονομικής δραστηριότητας. Είναι γνωστό ότι η οικονομία της Εθνικής Ελληνικής Κοινότητας στηρίζεται, όπως σχεδόν σε όλο το Νότο της Αλβανίας, στην γεωργία, την κτηνοτροφία και το εμπόριο. Οι υφαρπαγές και οι κλοπές ζώων, οι ληστείες εξοπλισμών, οι προκλητικές απαγωγές και οι εκβιασμοί κατά των Ελλήνων επιχειρηματιών δεν επιτρέπουν την άνθιση του οικονομικού τομέα στην περιοχή.
γ. - παράλυση της δράσης των θεσμών της Εθνικής Ελληνικής Κοινότητας και στον παραγκωνισμό εκείνων που έχουν έντονη και τίμια παρουσία στα κοινά του Ελληνισμού.
δ. – στο φρενάρισμα της αφύπνισης, εκδήλωσης και καλλιέργειας της Εθνικής συνείδησης.
Η δεύτερη ενέργεια σχετίζεται με την δημογραφική αλλοίωση του πληθυσμού της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας στις περιοχές όπου αποτελεί πλειοψηφία με την προώθηση της εσωτερικής μετανάστευσης από τον Βορρά της Αλβανίας στο νότο.
Η τρίτη ενέργεια σχετίζεται με τον αποκλεισμό της Εθνικής Ελληνικής Κοινότητας από την συμμετοχή στον κρατικό μηχανισμό
Η τέταρτη ενέργεια σχετίζεται με την παραβίαση ειδικών δικαιωμάτων που αφορούν την εκδήλωση και ανάπτυξη της εθνικής ταυτότητας, όπως η εκπαίδευση στην μητρική γλώσσα, ο αυτοπροσδιορισμός όσον αφορά την εθνικότητα, το καθεστώς παρεμπόδισης σε ο, τι αφορά την επαναφορά της ελληνικής εθνικότητας, κλπ.
Η πέμπτη ενέργεια σχετίζεται με την προσπάθεια συγκεκριμένων οργάνων του κράτους να καλλιεργήσει εσωτερικές τριβές μεταξύ των Ελλήνων, ως άτομα, ομάδες και κοινωνικά στρώματα κυρίως μέσω ιδεολογιών και ιδεολογημάτων.
Η έκτη ενέργεια σχετίζεται με το ιδιοκτησιακό καθεστώς.
Και εδώ μπορούμε να διαπιστώσουμε μερικές κατευθύνσεις της Αλβανικής πολιτικής όπως:
α.- η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της μεταπολιτευτικής περιόδου στις πόλεις, κυρίως στο νότο της Αλβανίας, εις βάρος ασφαλώς των Ελλήνων.
β.- το αποκλεισμό τους από το δικαίωμα διεκδίκησης ιδιοκτησιών στις πόλεις, μέσω πλειστηριασμών ή άλλων τρόπων που προβλέπει το νομικό πλαίσιο της χώρας
γ.- την αφαίρεση ακινήτων.
Για όλες τις παραπάνω ενέργειες και τους τρόπους αφελληνισμού, των Βορειοηπειρωτών και για όλη την διάρκεια συμβίωσης τους, με τους αλβανικούς πληθυσμούς που όλο και πλήθαιναν από χρόνο σε χρόνο, μετά το 1928 στο χώρο μας, υπάρχουν ολόκληροι κατάλογοι παραβιάσεων και καταπατήσεων των ανθρωπίνων και μειονοτικών δικαιωμάτων, καθώς και συνεχείς αγώνες εκ μέρους των Βορειοηπειρωτών για την προάσπισή τους. Δεν θα επιδοθούμε όμως σε μακροσκελή ιστορική παρουσίαση της κατάστασης των Δικαιωμάτων μας σε όλα τα χρόνια συμβίωσής μας με τους αλβανούς.
Θα περιοριστούμε μόνον στην παρουσίαση των κυριοτέρων παραβιάσεων για τα τελευταία 10 χρόνια της μεταπολίτευσης στην Αλβανία (1991-2002). Κι αυτό γιατί πέραν της προπαγάνδας περί εκδημοκρατισμού που αναπτύσσουν οι αλβανικές κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης, η πολιτική αφελληνισμού συνεχίζεται σταθερή και σιωπηρή, αμείωτη και συστηματική, με χαμηλούς τόνους και προσεκτικά κεκαλυμμένη με ευρωπαϊκούς όρους,.
Και οι σημερινές αλβανικές κυβερνήσεις εμφορούνται από τις ίδιες πρακτικές και συνεχίζουν το μακρόπνοο και μεθοδευμένο σχέδιο του πλήρους αφανισμού των Ελλήνων Βορειοηπειρωτών. Οι σιωπηρές μεθοδεύσεις που εφαρμόζουν σήμερα και οι χαμηλοί τόνοι που προσπαθούν να κρατήσουν στα πλαίσια της προσέγγισής τους με την Ενωμένη Ευρώπη, μας κάνουν να συνάγουμε αβίαστα το συμπέρασμα ότι οι ποικιλότροποι διωγμοί του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού με απώτερο σκοπό τον πλήρη αφανισμό του δεν έχουν σταματήσει.
Απεναντίας μόνο την τελευταία δεκαετία είμαστε μάρτυρες ενός απίστευτου ξεριζωμού του ελληνικού στοιχείου στην Αλβανία από τις πατρογονικές του εστίες και σε πολύ λίγα χρόνια θα έχουν πλήρως ευοδωθεί τα σχέδια των Αλβανικών Κυβερνήσεων για αλβανοποίηση του Βορειοηπειρωτικού χώρου, αν δεν εμποδιστούν από την Διεθνή Κοινότητα. Κι αυτό οι Αλβανικές Κυβερνήσεις θα το φτάσουν, είτε με την προκαλώντας έμμεσα την ομαδική φυγή των Βορειοηπειρωτών στο εξωτερικό (μία μέθοδο που τα τελευταία 12 χρόνια εφαρμόστηκε από τις Αλβανικές Κυβερνήσεις, υπογείως και αποδεκάτισε την Εθνική Ελληνική Κοινότητα στην Αλβανία), είτε με την ολοκληρωτική αφομοίωσή, μέσω αφόρητων πιέσεων, των όσων μένουν εκεί, (Πιέσεις που δεν απέχουν πολύ από αυτές που χρησιμοποιούσε η Οθωμανική Αυτοκρατορία για τον εξισλαμισμό των χριστιανών τον 18ο και 19ο αιώνα).
ΕΤΟΣ 1991
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΔΕΝ ΕΦΕΡΕ ΤΗΝ ΑΡΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗΣ
Φεβρουάριος 1991. Το Αλβανικό Υπουργείο Δικαιοσύνης, δεν εγκρίνει εντός ενός μηνός, όπως προέβλεπε, το Προεδρικό Διάταγμα περί πολιτικού πλουραλισμού στη χώρα, την ίδρυση της πολιτικής οργάνωσης της ΟΜΟΝΟΙΑΣ. Η ΟΜΟΝΟΙΑ, σύμφωνα με το ίδιο διάταγμα θεωρείται ιδρυθείσα αφού δεν δόθηκε ούτε αρνητική απάντηση. Στην χώρα ως αντίπαλο δέος ιδρύεται η πολιτική οργάνωση Τσαμουριά, η ίδρυση της οποίας ανακοινώνετε επίσημα από το Αλβανικό κράτος. (η έγκριση έγινε στις 22.02.1991, ενώ σε μια εβδομάδα έληγε η προθεσμία για να υποβάλει κάθε παράταξη υποψηφιότητες βουλευτών).
Φεβρουάριος - Μάρτιος 1991. Σύμφωνα με τον τότε εκλογικό νόμο η ΟΜΟΝΟΙΑ είναι εκλογικός φορέας. Απαγορεύεται όμως σ΄ αυτή, κατ΄ αυθαίρετο τρόπο να κατεβάσει υποψήφιους βουλευτές σε όλη την Αλβανική επικράτεια και περιορίζετε σε πέντε εκλογικές περιφέρειες στην αμφιλεγόμενη «μειονοτική ζώνη». Η ΟΜΟΝΟΙΑ «χάνει» όλες τις δίκες για να αποκτήσει το δικαίωμα να κατεβάσει υποψήφιους βουλευτές τουλάχιστον και στις τρεις ακόμα περιφέρειες των πόλεων Αργυροκάστρου, Δελβίνου και Αγίων Σαράντα.
Την ίδια περίοδο, η ΟΜΟΝΟΙΑ πετυχαίνει την εκτύπωση των ψηφοδελτίων σε δύο γλώσσες, ελληνικά και αλβανικά. Είναι αναγκασμένη ωστόσο να διεξάγει προεκλογική εκστρατεία κάτω από απειλές και εκφοβισμούς. Παρόλα αυτά κατορθώνει να βγάλει πέντε βουλευτές για την Αλβανική Βουλή των διακοσίων πενήντα εδρών. (31 Μαρτίου -6 Aπριλίου 1991).
Ιούνιος 1991. Η κυβέρνηση του Κόμματος Εργασίας, σήμερα Σοσιαλιστικό Κόμμα, του Φάτος Νάνο πέφτει. Σχηματίζεται κυβέρνηση Εθνικής Σταθερότητας με την συμμετοχή όλων των κοινοβουλευτικών φορέων. Στην ΟΜΟΝΟΙΑ, ενώ είναι τρίτη δύναμη στη Βουλή, μετά από το Δημοκρατικό Κόμμα, δεν επετράπη η συμμετοχή στη νέα κυβέρνηση, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες.
Ιούλιος 1991. Πυρπολούνται και λεηλατούνται όλα τα μέχρι τότε καταστήματα ελληνικών συμφερόντων στην πόλη των Αγίων Σαράντα από Αλβανούς εξτρεμιστές που δρουν συστηματικά στην περιοχή.
Σεπτέμβριος 1991. Η «Ε.Ε.Μειονότητα» μέσω της οργάνωσης ΟΜΟΝΟΙΑ διεκδικεί την καθιέρωση της ελληνικής γλώσσας σε όλα τα μαθήματα της υποχρεωτικής εκπαίδευσης (8-χρονη παιδεία ), το άνοιγμα νέων σχολείων για την εκμάθηση της μητρικής γλώσσας απ΄ όλους τους Έλληνες οπουδήποτε αυτοί κατοικούν στην Αλβανία, την εκμάθηση στα σχολεία της ιστορίας του ελληνικού έθνους και την γεωγραφία της Ελλάδας. Η κυβέρνηση συνασπισμού με Πρωθυπουργό τον Υλι Μπούφι, αρνείται την εκπλήρωση των αιτημάτων αυτών. Προετοιμάζεται από την Εθνική Ελληνική Κοινότητα ψήφισμα με τα ίδια αιτήματα και το υπογράφουν εντός 48 ωρών δέκα χιλιάδες Έλληνες σε όλη τη χώρα. Το ψήφισμα παραδόθηκε στη Δ. Α Σ. Ε (σήμερα Ο Α Σ Ε).
Ταυτόχρονα δάσκαλοι και μαθητές κατεβαίνουν σε απεργία επ΄ αορίστω. Μετά από δεκαπέντε ημέρες αποχής από τα μαθήματα, η Αλβανική κυβέρνηση αποφασίζει, (με την υπ’ αριθμό. 17/27.09.1991 οδηγία), την διδασκαλία στην ελληνική όλων των μαθημάτων και το άνοιγμα σχολείων στα μικτά χωριά - θύλακες του καθεστώτος του Χότζα, εντός της αμφιλεγόμενης μειονοτικής ζώνης. Δεν ανοίγονται σχολεία ούτε στις πόλεις των Αγίων Σαράντα,, Αργυροκάστρου και Δελβίνου, ούτε στη Χειμάρρα και την Πρεμετή.
Οκτώβριος 1991. Η Αλβανική Βουλή απορρίπτει σχέδιο νόμου «Για την παιδεία των μελών των μειονοτήτων στην Αλβανία» που προτείνει ο Βουλευτής της ΟΜΟΝΟΙΑΣ Π.. Μπάρκας.
Οκτώβριος 1991 Η Αλβανική Βουλή ψηφίζει νόμο που δεν επιτρέπει ίδρυση κομμάτων με εθνικό και θρησκευτικό χαρακτήρα. Στόχος ήταν η ΟΜΟΝΟΙΑ να αποκλεισθεί η δυνατότητα να μετατραπεί σε κόμμα
Οκτώβριος 1991. Οι βουλευτές της ΟΜΟΝΟΙΑΣ γίνονται στόχος ληστειών και εκφοβισμού. «Άγνωστοι» διέρρηξαν το δωμάτιο που μένει ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΟΜΟΝΟΙΑΣ και παίρνουν από ασφαλισμένο χαρτοφύλακα όλα τα έγγραφα που είναι γραμμένα στην ελληνική γλώσσα.
Νοέμβριος 1991, σημειώνεται άστοχη απόπειρα δολοφονίας, μέσω προμελετημένου αυτοκινητιστικού ατυχήματος, κατά του βουλευτή της ΟΜΟΝΟΙΑΣ Π. .Μπάρκα και της συζύγου του.
Νοέμβριος 1991 – Ιανουάριος 1992. Η ΟΜΟΝΟΙΑ γίνεται στόχος σύσσωμου του Αλβανικού τύπου. Κατηγορείται εσκεμμένα για ακραίες εθνικιστικές τάσεις.
ΕΤΟΣ 1992
Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΣΤΟ ΣΤΟΧΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Ιανουάριος 1992 Εξτρεμιστικά-εθνικιστικά στοιχεία την 6η Ιανουαρίου θέλησαν να ρίξουν στη θάλασσα τον έξαρχο της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας, Αναστάσιο, κατά τον αγιασμό των υδάτων (μετά από λίγους μήνες, 2 Αυγούστου 1992, ο ίδιος ενθρονίζεται αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας)
Φεβρουάριος 1992 (04.02.1992). Η Αλβανική Βουλή αποκλείει με τον νέο εκλογικό νόμο την ΟΜΟΝΟΙΑ να είναι εκλογικός φορέας για τις εκλογές τις 22 Μαρτίου 1991. Έτσι η Εθνική Ελληνική Κοινότητα αδυνατεί να διαθέτει άμεση εκπροσώπηση στην Αλβανική Βουλή.
Παρά την διεθνή πίεση δεν επετράπη η αλλαγή του νόμου. Επιλέγεται ο έμμεσος τρόπος εκπροσώπησης των Ελλήνων της Αλβανίας στην Αλβανική Βουλή, μέσω του νεοϊδρυθέντος κόμματος της Ε Α Δ (Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων)
Φεβρουάριος 1992. Στην ΕΑΔ προβάλλονται αμέτρητα εμπόδια με εμφανή στόχο να αποκλειστεί από τις εκλογές. Η προκλητική στάση της αλβανικής εξουσίας προκαλεί την εκ νέου παρέμβαση της Διεθνούς Κοινότητας (Συμβούλιο της Ευρώπης) για να ανοίξει ο δρόμος για τη συμμετοχή της ΕΑΔ στις δεύτερες πολυκομματικές εκλογές στην Αλβανία.
20 Μαρτίου 1992. Σημειώνεται το πρώτο αιματηρό προεκλογικό επεισόδιο στις νέες εκλογές στην Αλβανία. 36 ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες Αλβανοί αστυνομικοί πυροβολούν απροειδοποίητα κατά αυτοκινήτου σε προεκλογική αποστολή στη Δρόπολη τραυματίζοντας θανάσιμα ένα μέλος της εκλογικής ομάδας του υποψήφιου βουλευτή της ίδιας περιφέρειας. Το επεισόδιο προκαλεί την διαμαρτυρία χιλιάδων Ελλήνων οι οποίοι, την επόμενη μέρα, ξεχύθηκαν στους δρόμους της πόλης του Αργυροκάστρου σε πορείες διαμαρτυρίας κατά της αστυνομίας και των αρχών.
Αποτέλεσμα όλων αυτών των ενεργειών είναι ώστε η Ε Α Δ να βγάλει μόνο δύο βουλευτές στις μονοεδρικές Αργυροκάστρου και Αγίων Σαράντα. Ο περιορισμός που της επιβλήθηκε να κατεβάσει υποψηφίους, μόνο σε 30 περιφέρειες την εμπόδισαν να πετύχει και να διεκδικήσει έδρες από το αναλογικό σύστημα του εκλογικού νόμου.
Μάιος – Ιούνιος 1992. Η κυβέρνηση του Δημοκρατικού Κόμματος αποφασίζει να διαιρέσει διοικητικά τον νομό των Αγίων Σαράντα σε δύο νομούς: του Δελβίνου και των Αγίων Σαράντα. Ταυτόχρονα, μη λαμβάνοντας υπόψη την ιστορική παράδοση απέσπασε από την περιφέρεια Αργυροκάστρου τους δύο προαναφερόμενους νομούς και τους προσήρτησε στην περιφέρεια Αυλώνας.
Δεν υπάρχει καμία δικαιολόγηση αυτής της κίνησης πέρα από τον έκδηλο στόχο να διαιρεθεί αφενός ο συμπαγής όγκος της Εθνικής Ελληνικής Κοινότητας και να παρεμποδιστεί η μεταξύ των μειονοτικών πληθυσμών επικοινωνία αλλά και η επικοινωνία με τις τοπικές αρχές. Ένας επιπλέον στόχος υπήρξε ασφαλώς και η προσπάθεια του αλβανικού κράτους να εμποδίσει την επίτευξη θετικών εκλογικών αποτελεσμάτων για το κόμμα της μειονότητας.
Ιούλιος 1992. Τοπικές εκλογές Παρά τα μέτρα εκ μέρους της κυβέρνησης του Δημοκρατικού Κόμματος, το Κόμμα της ΕΑΔ πετυχαίνει τα καλύτερα δυνατά εκλογικά αποτελέσματα στις τοπικές εκλογές τις 26 Ιουλίου. Στους τρεις νομούς, Αργυροκάστρου, Δελβίνου και Αγίων Σαράντα εκλέγει Έλληνες νομάρχες και στην πόλη των Αγίων Σαράντα δήμαρχο
Οκτώβριος 1992 Ανοίγουν ελληνικές τάξεις (πρώτες τάξεις δημοτικού σχολείου) στο Δέλβινο και Αγίους Σαράντα. Όχι όμως στο Αργυρόκαστρο.
ΣΤΗΝΕΤΑΙ ΣΚΗΝΙΚΟ ΤΥΦΛΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗΣ ΒΙΑΣ
Φεβρουάριος 1993. 600 από τις 1300 εικόνες της Μητρόπολης Αργυροκάστρου, με ιδιαίτερη αξία που φυλάσσονταν στα μουσεία του Αργυροκάστρου εξαφανίζονται.
Ιούνιος 1993. Απελαύνεται με πρωτοφανή και βίαιο τρόπο ο αρχιμανδρίτης από την Μητρόπολη Αργυροκάστρου με την κατηγορία της αντιαλβανικής δράσης.
Ακολουθούν βιαιότητες κατά μελών της Ελληνικής και Ορθόδοξης κοινότητας. Στη Δρόπολη αναπτύσσονται εκατοντάδες αστυνομικοί κάνοντας χρήση βίας υπό το πρόσχημα της πρόληψης πιθανών κινητοποιήσεων από μέρος των Ελλήνων σε υπεράσπιση του Αρχιμανδρίτη. Ακολουθούν ψηφίσματα με χιλιάδες υπογραφές από Έλληνες και αλβανούς ορθοδόξους
Η προκλητική παρουσία στο χώρο της Εθνικής Ελληνικής Κοινότητας της αστυνομίας και των μυστικών υπηρεσιών, αποτελεί πλέον συνηθισμένο φαινόμενο.
Ιούλιος 1993 (17.07.93) Πυρπολείται ο Ναός της Καλογοραντζής στο νομό Αργυροκάστρου. Είναι ο πρώτος ναός στον οποίο μόλις είχαν ολοκληρωθεί οι εργασίες αναστήλωσής του.
Το φαινόμενο αυτό θα επαναληφθεί τα επόμενα χρόνια. Το 1999 λόγου χάρη θα πυρποληθούν ο μόλις αναστηλωμένος ναός στο Βούνο της Χειμάρρας, το μοναστήρι στην Κακομιάς του Δελβίνου, ο νεόδμητος ναός στο Μετόχι και θα βεβηλωθεί ο επίσης νεόδμητος ναός στα Εξαμίλια. Είναι ωστόσο δεκάδες οι περιπτώσεις ληστειών σε ναούς και μοναστήρια και η υπεξαίρεση αντικείμενων πολιτισμικής αξίας.
Αύγουστος 1993 (05.08.93) Διοργανώνεται απόπειρα δολοφονίας κατά του έλληνα νομάρχη του Δελβίνου.
(10.08.93) Ο αρχηγός της αστυνομίας (βορειοαλβανικής καταγωγής) οργανώνει άγριους ξυλοδαρμούς κατά των Ελλήνων στο Δέλβινο, στο Φοινίκι και στο Μεσοπόταμο. 18 άτομα τραυματίζονται και ορισμένοι μεταφέρονται στα Ιωάννινα
(19.08.93) Η κατάσταση που διαμορφώνεται στο χώρο της Εθνικής Ελληνικής Κοινότητας αναγκάζει τον Ύπατο Αρμοστή του ΟΑΣΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα κ. Βαν Ντερ Στούλ, να επισκεφτεί εσπευσμένα τις ελληνικές περιοχές. (Μέχρι το τέλος του 1993 ο κ. Βαν Ντερ Στουλ θα είναι τρεις φορές στον χώρο της Εθνικής Ελληνικής Κοινότητας, ενώ μέσα σε 15 μήνες επισκέφθηκε την περιοχή εννέα φορές). Παρά ταύτα όμως η κατάσταση επιδεινώνεται όσον αφορά την παραβίαση των ανθρωπίνων και εθνικών δικαιωμάτων
Σεπτέμβριος 1993. Με υπ’αρίθμ. 19/13.09.93 οδηγία της κυβέρνησης, ακυρώνεται η προηγούμενη οδηγία αρ. 19/27.09.91, περί παροχής στοιχειώδους παιδείας στην ελληνική γλώσσα. Κι αυτό με το σκεπτικό ότι αν συνεχιζόταν η εφαρμογή της οδηγίας 17/1991, τα ελληνόπουλα ως Αλβανοί πολίτες, δεν θα μάθουν τα αλβανικά, ως εκ τούτου τα μαθήματα στο εξής δεν θα διδάσκονται μόνο στην ελληνική αλλά και στην αλβανική σε ένα ποσοστό 60 και 40 τοις εκατό αντίστοιχα. Σαν αποτέλεσμα όμως το σύστημα ήταν έτσι διαρθρωμένο που τα ελληνοπούλα ούτε ελληνικά ούτε αλβανικά μπορούσαν να μάθουν .
Η ίδια οδηγία επίσης αφαιρεί από τα νομαρχιακά συμβούλια το δικαίωμα να αποφασίσουν την λειτουργία νέων σχολείων. Το δικαίωμα αυτό ανατέθηκε πλέον στο υπουργείο Παιδείας. Σαν αποτέλεσμα στα σχολεία των Αγίων Σαράντα, Δελβίνου και σε άλλα τέσσερα κατοικημένα κέντρα με μικτό πληθυσμό, (Μπίστρισσα, Μ.Τ.Σ, Μετόχι και Αργυρόκαστρο), οι πρώτες τάξεις δεν ανοίγουν την νέα σχολική χρονιά. Το Υπουργείο Παιδείας, αρμοδιότητα του οποίου είναι πλέον η χορήγηση άδειας για λειτουργία νέου σχολείου, δεν το επιτρέπει. Σαν αποτέλεσμα κλείνουν εκ νέου έξι ελληνικά σχολεία, η λειτουργία των οποίων διήρκησε μόνο μια χρονιά
Τα σχολεία (στις πόλεις Αργυροκάστρου, Δελβίνου και Αγίων Σαράντα) θα επαναλειτουργήσουν το 1996.
Οκτώβριος 1993. Η επικαιρότητα του πρώτου δεκαήμερου αφορά τις αντιπαραθέσεις μεταξύ αστυνομίας, μαθητών και γονέων για την συνέχιση και νέας πρώτης τάξης στα προαναφερόμενα σχολεία.
Ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος ήταν οι παρεμβάσεις της αστυνομίας για το κλείσιμο του «σχολείου» στο Αργυρόκαστρο, όπου δεν υπήρξε μέχρι τότε επίσημη πρώτη τάξη.
Συνεχίζεται παράλληλα και η άγρια βία της αστυνομίας κατά των Ελλήνων. Αποκορύφωμα αποτελεί το συμβάν που σημειώνεται στις 21.10.93 όταν, από τον χωρίς λόγο ξυλοδαρμό της, μια γυναίκα πεθαίνει στην Κρανιά και μερικοί άλλοι κάτοικοι του ίδιου χωριού δέχονται σοβαρά τραύματα.
Οκτώβριος 1993. Tην ίδια περίοδο, με την απόλυση του μοναδικού Έλληνα δημοσιογράφου από τον τοπικό κρατικό Ραδιοφωνικό Σταθμό Αργυροκάστρου κλείνει ουσιαστικά και η εκπομπή στην ελληνική γλώσσα στο σταθμό αυτό. Λεηλατείται ταυτόχρονα η φωνοθήκη της εκπομπής. Ως αποτέλεσμα όλη η ηχογραφημένη μουσική παράδοση του ελληνισμού της Αλβανίας καταστρέφεται ολοσχερώς.
Νοέμβριος 1993. Η κατάσταση παραβίασης των ανθρωπίνων και εθνικών δικαιωμάτων στην Εθνική Ελληνική Κοινότητα δεν αλλάζει, παρά την επίσκεψη του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών Κάρολου Παπούλια στα Τίρανα (Νοέμβριος 1993) , τις υποσχέσεις των Τιράνων για βελτίωση της κατάστασης αυτής και παρά τις πιέσεις της δύσης προς την ίδια κατεύθυνση.
Η προαναφερόμενη περίοδος είναι από τις πιο κρίσιμες όσον αφορά την αναγκαστική εγκατάλειψη των εστιών τους από μέρος των Ελλήνων. Ο αριθμός των οικογενειών που εγκατέλειψαν τις εστίες τους αγγίζει τις 5 χιλιάδες.
Η φυγή πλήττει κυρίως τις πόλεις, όπου οι ελληνικές οικογένειες είναι κυρίως οικογένειες διανοουμένων και δημοσίων υπαλλήλων. Αυτό συμβαίνει διότι με τις απολύσεις από τις θέσεις εργασίας, καταρρέουν οικονομικά αλλά και διότι αισθάνονται περισσότερο την πίεση και την ανασφάλεια. Φεύγουν όπως αναφέραμε, δημόσιοι υπάλληλοι, άνθρωποι της τέχνης και των γραμμάτων (17 Έλληνες ζωγράφοι και γλύπτες αριθμούνταν στο Αργυρόκαστρο και απόμειναν μόνο ένας ή δύο) Έφυγαν επίσης το 30 τοις εκατό των δασκάλων, και το 40 – 50 τοις εκατό των άλλων επαγγελμάτων. Έφυγαν ακόμα 25 ιατροί καθώς επίσης το πιο ζωτικό τμήμα κάθε κοινότητας, δηλ., άτομα ηλικίας 20 – 45 χρόνων. Οι Έλληνες που απέμειναν ήταν κυρίως παιδιά σχολικής ηλικίας και γέροντες.
Τονίζουμε ωστόσο ότι η αντίσταση προς την φυγή είχε ακόμα αρκετά περιθώρια και έτεινε μάλιστα προς την επιστροφή. Έτσι κατά το 1993 στις ελληνικές περιοχές του Αργυροκάστρου επέστρεψαν για να συνεχίσουν το σχολείο στις ελληνικές περιοχές 175 μαθητές
Καθοριστικά φαινόμενα της περιόδου 1992-1993
(με άμεση επίδραση στο μέλλον της Ελληνικής Κοινότητας)
Παρατηρούνται τα ακόλουθα φαινόμενα :
1. Οι Έλληνες, κυρίως στις πόλεις και ιδιαίτερα στις τρεις βασικές πόλεις του Νότου, αποκλείονται από την διαδικασία ιδιωτικοποίησης των κρατικών περιουσιών, ανεξαρτήτως του ότι οι σχετικοί νόμοι τους ευνοούν . Αποκλείονται κατά προκλητικό τρόπο από κάθε δημοπρασία και μόνο όταν θα δωροδοκήσουν με πάρα πολλά χρήματα τους υπαλλήλους των κρατικών υπηρεσιών θα μετάσχουν σε κάτι τέτοιο.
2. Αρχίζει η εκκαθάριση των Ελλήνων από τις διάφορες κρατικές υπηρεσίες και κυρίως από αυτές που θεωρούνται ζωτικές: αστυνομία, στρατός, πανεπιστήμια, δικαιοσύνη, διπλωματικό σώμα, κλπ. (17 τοις εκατό των καθηγητών στο Γεωργικό πανεπιστήμιο στα Τίρανα την περίοδο αυτή ήταν ελληνικής καταγωγής. Στη συνέχεια δεν έμεινε κανείς)
3. Ειδικότερα, μεθοδευμένη υπήρξε η εκκαθάριση των Ελλήνων αξιωματικών από τον στρατό. Υπό το πρόσχημα της ανασυγκρότησης του Αλβανικού Εθνικού Στρατού απολύονται περισσότεροι από 300 υψηλόβαθμοι Έλληνες αξιωματικοί, καθώς και Αλβανοί αξιωματικοί που είχαν σχέση με Έλληνες, (μικτούς γάμους)
Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε και στην αστυνομία
4. Οι Έλληνες, πετυχημένοι επιχειρηματίες και έμποροι, όπως και οι ελάχιστοι Έλληνες τελωνειακοί με εμφανή διάκριση από τους αλβανούς , διώχτηκαν εντελώς προκλητικά ποινικά, κατηγορούμενοι κατά τη συνήθη πρακτική των αλβανικών αρχών για λαθρεμπόριο, χωρίς όμως να υπάρχουν συγκεκριμένες και επιβεβαιωμένες αποδείξεις. Μοναδικός στόχος ήταν η απόσπαση τεραστίων ποσών χρημάτων και ο εκφοβισμός, ώστε να εγκαταλείψουν οι Έλληνες την προσπάθεια οικονομικής ανάκαμψης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα αδέρφια Νάτση της Ανώνυμης Εταιρείας Βρυσερών που για την αποφυλάκισή τους, ύστερα από μια στημένη δίκη, κατέβαλαν περίπου 100 εκατομμύρια δραχμές
5. Στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας ξεκινά μία μακρά περίοδο αστάθειας, κατά την οποία οι Έλληνες της Αλβανίας περιπίπτουν σε δυσχερή θέση.
6. Στις διοικητικές θέσεις, Αρχηγού Αστυνομίας, Στρατού, Μυστικών Υπηρεσιών, Περιφερειάρχη, κλπ στους νομούς με συμπαγές ελληνικό στοιχείο διορίζονταν μονίμως, μέχρι το 1997, άτομα από τη Βόρεια Αλβανία, ή φανατισμένοι οπαδοί του Σαλί Μπερίσα, τον τότε Πρόεδρο της Αλβανίας, με έκδηλο τον ανθελληνισμό.
7. Η ανασφάλεια και οι ληστείες αρχίζουν να θεσμοποιούνται ως μόνιμο φαινόμενο.
8. Η κάθοδος βορείων Αλβανών και λοιπού αλβανικού στοιχείου προς τις περιοχές με συμπαγές το ελληνικό στοιχείο, η οποία είχε αρχίσει από το 1991, θεσμοποιείται το 1993-94 ύστερα από σχετικές αποφάσεις της κυβέρνησης του Δημοκρατικού Κόμματος και διατάγματα του ίδιου του Σαλί Μπερίσα, υπό το σκεπτικό του “δόγματος” «να κατεβούμε προς το Νότο και τη θάλασσα». Αυτό αποτέλεσε ένα “δώρο” του Σαλί Μπερίσα προς τους συμπατριώτες του υπό την εκδηλωμένη επιθυμία ο Βορράς να κατακτήσει το Νότο και με απώτερο εμφανή σκοπό την πλήρη αλλοίωση των περιοχών που πατροπαράδοτα κατοικούνταν από συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς
Στους Αγίους Σαράντα και τα περίχωρα εγκαθίστανται την περίοδο αυτή περισσότεροι από 9 χιλιάδες άτομα από τον βορρά, την στιγμή που η πόλη είχε συνολικά 15 χιλιάδες άτομα.
Οι βόρειοι αυτοί Αλβανοί θα εγκαταλείψουν την πόλη με τα γεγονότα του 1997, όμως τη θέση τους θα πάρουν μέσα σε δύο χρόνια άλλοι 15 χιλιάδες Αλβανοί από άλλες περιοχές. Αποτέλεσμα; Η αφρόκρεμα της Ε. Ε. Κοινότητας αναγκάζεται να εγκαταλείψει την Αλβανία και τις εστίες της. Η συχνή επιδείνωση των σχέσεων με την Ελλάδα, τα διάφορα πογκρόμ της αστυνομίας κατά της Εθνικής Ελληνικής Κοινότητας και η εκβιαστική παρουσία των μυστικών υπηρεσιών στο χώρο της Ε. Ε. Μειονότητας, όπως επίσης και η διαφορά στο οικονομικό επίπεδο μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας, αναγκάζει ταυτόχρονα πολλούς απλούς Έλληνες να ταξιδέψουν προς την Ελλάδα. Η οικονομική δραστηριότητα συρρικνώθηκε και οι σχέσεις των Ελλήνων με το Αλβανικό κράτος περιορίστηκαν.
9. Την ίδια χρονιά (1993 αλλά και τα επόμενα χρόνια) η Ελληνική Κοινότητα έχει να αντιμετωπίσει ένα άλλο ζωτικό για αυτή θέμα. Η αλβανική βουλή, ελεγχόμενη από το Δημοκρατικό Κόμμα, ψηφίζει τους υπ’ αρίθμ. 7698/ 15.04.1993, 7699/21.03.1994 και 7998/1995 νόμους, με αντικείμενο την επιστροφή των λιβαδιών και βοσκότοπων στους «πρώην ιδιοκτήτες» και την αποζημίωση αυτών, οι οποίοι τροποποιούνται τμηματικά συνεχώς. Από την άλλη πλευρά η κυβέρνηση εκδίδει μια σειρά αποφάσεων για την εφαρμογή των νόμων αυτών.
Η φιλοσοφία των προαναφερθέντων νόμων, όπως και γενικά το πακέτο νόμων για την επιστροφή των περιουσιών στους πρώην ιδιοκτήτες αποτελεί μια πολιτική απόφαση του Δημοκρατικού Κόμματος για να τονώσει τον δεξιό του χαρακτήρα αλλά και ταυτόχρονα να προσεγγίσει στους κόλπους του όλους τους πρώην ιδιοκτήτες κάτι που έκανε και με τους πρώην φυλακισμένους. Οι πολιτικές αυτές αποφάσεις όμως αποτελούν ένα βαρύ πλήγμα για την Ελληνική Κοινότητα και αυτό διότι ως ντοκουμέντα ανάδειξης της ιδιοκτησίας περιλαμβάνονται και οι πολιτικές αποφάσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τον 18-19 αιώνα, όπου οι αρχές της Αυτοκρατορίας έδιναν σε όλους τους αλβανούς ορθόδοξους που εξισλαμίζονταν εθελοντικά και έδειχναν αφοσίωση στην Υψηλή Πύλη, τίτλους ιδιοκτησίας και διοικητικές θέσεις, σε βάρος εκείνων που δεν άλλαξαν θρησκευτικό φρόνημα, δηλ., στην προκειμένη περίπτωση σε βάρος των Ελλήνων.
Οι πολιτικές αποφάσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αξιοποιούνται από το αλβανικό κράτος:
πρώτον αγνοώντας το γεγονός ότι κατ΄ αυτόν τον τρόπο αναγνωρίζει την κατοχή μερικών αιώνων,
δεύτερον στηριζόμενο στις πολιτικές αποφάσεις της εποχής εκείνης το αλβανικό κράτος σπεύδει να υιοθετήσει την γνωστή θεωρία ότι οι Έλληνες ήρθαν στα εδάφη αυτά ακριβώς την περίοδο των "ταπιών" που η Οθωμανική Αυτοκρατορία έδωσε στους εξισλαμισθέντες ορθόδοξους και
τρίτο και πιο σημαντικό στοιχείο είναι ότι αφαιρεί τώρα από τους Έλληνες στην Αλβανία και γενικότερα από το ορθόδοξο στοιχείο τεράστιες εκτάσεις σε λιβάδια στερώντας τους την δυνατότητα να αναπτύξουν τον κλάδο της κτηνοτροφίας που αποτελεί μια από τις βασικές κατευθύνσεις οικονομικής δραστηριότητας στην περιοχή.
Το χειρότερο είναι ότι τα έγγραφα αυτά είναι πλαστά, περιέχουν ως οροθετικά σημεία αναγνώρισης των περιουσιών αντικείμενα που σχετίζονται με πολύ νεότερες εποχές και μάλιστα περικλείουν και εκτάσεις εκκλησιών και μοναστηριών, ή ακόμα και τα ίδια τα μοναστήρια οι περιουσίες των οποίων όπως και τα ίδια υπήρχαν μερικούς αιώνες πριν από την κατοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Προκλητικό παράδειγμα αυτό το μοναστηριού της Κοίμησης της Θεοτόκου του Δριάνου μεταξύ Δρόβιανης και Ζερβατιού όπου οι εκκλησιαστικές εκτάσεις εκχωρήθηκαν σε Αλβανούς, δήθεν ιδιοκτήτες.
Επίσης οι δικαστικές αποφάσεις λαμβάνονται την στιγμή που η ίδια η Αλβανική Κυβέρνηση αποδέχεται ότι στο 90 τοις εκατό η Αλβανική δικαιοσύνη είναι διεφθαρμένη, ενώ οι Έλληνες είναι αποκλεισμένοι από την ενεργό συμμετοχή σε όλες τις βαθμίδες της δικαιοσύνης.
Μέχρι το 1999 κατ’ αυτόν τον τρόπο διεκδικούνται από αλβανούς περισσότερα από 40 000 στρέμματα λιβάδια και βοσκοτόπια. Επιδικάστηκαν στους Αλβανούς, δήθεν πρώην ιδιοκτήτες περίπου 20 000 στρέμματα. Το 2003 η επιφάνεια των εκτάσεων που εκχωρήθηκαν σε αλβανούς ξεπέρασε τα 70 χιλιάδες στρέμματα.
Η τακτική που ακολουθείται είναι η ακόλουθη :
α.- Επιστρέφονται σε Αλβανούς τα καλύτερα λιβάδια που βρίσκονται διάσπαρτα γεωγραφικά σε όλο το χώρο της Εθνικής Ελληνικής Κοινότητας.
β.- Η απόδοση των εκτάσεων στους δήθεν πρώην ιδιοκτήτες γίνεται βαθμηδόν ώστε να μην δημιουργείται θόρυβος και μαζικές αντιδράσεις.
γ.- Αρκετά χωριά, τα οποία είναι κυρίως κτηνοτροφικά, αποκλείονται τώρα από δικά τους λιβάδια, αφού αυτά περνούν ιδιοκτησιακά στα χέρια των αλβανών. Ταυτόχρονα αυτό δημιουργεί νέους θύλακες μέσω των οποίων διασπάται η εδαφική συνέχεια των ελληνικών περιοχών.
Αρμόδιοι της Εθνικής Ελληνικής Κοινότητας πιστεύουν ότι επόμενο “θύμα” αυτών των μεθοδεύσεων θα είναι η καλλιεργήσιμη γη.
ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΑΤΗΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝΚΑΙ ΜΕΙΟΝΟΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ
ΣΤΗΝ ΑΛΒΑΝΙΑ (ΒΟΡΕΙΟΣ ΗΠΕΙΡΟΣ)
Βάσει της Σύμβασης-Πλαίσιο για την προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων του Συμβουλίου της ΕυρώπηςΣυνεχίζεται....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου