Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2009

"Ελλάδα-Τουρκία",χωρίς...κραυγές.

Άρθρο του κ.Κ.Ιορδανίδη.

Η νέα ένταση στις σχέσεις Αθηνών Αγκύρας δεν περιέχει στοιχεία νεωτερικά· απλώς επιβεβαίωσε ασυμβατότητα αντιλήψεων και τις εκ διαμέτρου διαφορετικές μεθόδους που χρησιμοποιεί κάθε πλευρά, προκειμένου να καταστήσει σαφές ότι εμμένει στις εθνικές της θέσεις. Από την άποψη αυτή, η νευρικότης της κοινής γνώμης και του πολιτικού συστήματος εν γένει χαρακτηριζόταν μάλλον από πληθωρικότητα.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κάρολος Παπούλιας επισκέφθηκε το Αγαθoνήσι για τον Αγιασμό των Υδάτων τα Θεοφάνια, με το σκεπτικό ότι δεν ήταν δυνατόν, διά τον φόβο των τουρκικών αντιδράσεων, να γίνει αποδεκτή η ύπαρξη «γκρίζων ζωνών» σε κατοικημένο νησί του Αιγαίου.
Αναμενόμενη και η αντίδραση της Αγκυρας, που διά της εντόνου στρατιωτικής δραστηριότητάς της, θέλησε να υπογραμμίσει ότι εμμένει στις διεκδικήσεις της και στα «κεκτημένα» που εξασφάλισε κατά την άποψή της στην κρίση των Ιμίων. Η ελληνική απάντηση στις τουρκικές ενέργειες ήταν η συνήθης, με άλλα λόγια διαμαρτυρίες και διαβήματα, αναχαιτίσεις των τουρκικών μαχητικών και παρακολούθηση των τουρκικών σκαφών στο Αιγαίο. Πέραν τούτων δεν θα ήταν συνετό να πράξει κανείς οτιδήποτε, όσο και εάν αυτό προσβάλλει τη φιλοτιμία των Ελλήνων.
Για λόγους που δεν είναι του παρόντος, διαδοχικές κυβερνήσεις επέλεξαν να μην ακολουθήσουν την Τουρκία στον εξοπλιστικό ανταγωνισμό. Ως αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος ο ...
συσχετισμός δυνάμεων κατέστη δυσμενής για την Ελλάδα, δίχως αυτό να αναιρεί το αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας.
Σε γενικές γραμμές, διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις επέλεξαν ως ύψιστη προτεραιότητα την ενσωμάτωση της χώρας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, ενώ η Τουρκία αποδίδει ύψιστη σημασία, λόγω παραδόσεως, αλλά και οξυτέρων προβλημάτων ασφαλείας –εσωτερικών και περιφερειακών– στις επενδύσεις στον στρατιωτικό τομέα.
Ασύμβατες κατά συνέπεια οι προτεραιότητες και παρακινδυνευμένη από μιαν άποψη η επιλογή των ελληνικών κυβερνήσεων, αλλά και της ελληνικής κοινωνίας, καθώς στηρίζεται στην υπόθεση εργασίας ότι το ενδεχόμενο πολέμου είναι τόσο απίθανο όσο είναι και απευκταίο.
Μια άλλη υπόθεση εργασίας, επίσης μη λειτουργική, όπως αποδεικνύεται εξακολουθητικώς είναι ότι η ευρωπαϊκή προοπτική της Αγκυρας θα αλλοίωνε την τουρκική συμπεριφορά, προσδοκία που διαρκώς διαψεύδεται στο πρακτικό πολιτικό επίπεδο. Κρίνουσα εξ ιδίων η ελληνική πλευρά θεώρησε ότι η Αγκυρα θα εθυσίαζε αντιλήψεις, που αφορούν τα ίδια συμφέροντά της χάριν του ευρωπαϊκού οράματος, που ούτως ή άλλως υπονομεύεται από τις ισχυρότερες χώρες της Ενώσεως.
Αυτό που όμως είναι πολιτικώς ακατανόητο είναι οι επικρίσεις του ελληνικού πολιτικού συστήματος εναντίον του «αναχρονιστικού» στρατιωτικού κατεστημένου, ωσάν σε θέματα διεθνών σχέσεων και εσωτερικής ασφαλείας να είναι δυνατή μια διαφοροποίηση του τουρκικού Επιτελείου από την κυβέρνηση του κ. Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Δίχως κραυγές και νευρικότητες, λοιπόν, ας συμφιλιωθεί η ελληνική πολιτική ηγεσία ότι το καθεστώς της ελεγχόμενης εντάσεως στις σχέσεις των δύο χωρών θα συνεχισθεί, ότι η Τουρκία είναι ενιαία στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και ότι αποτελεί επείγουσα ανάγκη η αποκατάσταση διαλόγου και με το τουρκικό στρατιωτικό κατεστημένο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Διαβάστε επίσης

Διαβάστε επίσης